αμφιμάσχαλος

αμφιμάσχαλος
Αρχαίο ένδυμα των Αθηναίων. Ήταν είδος χιτώνα, κλειστός και από τις δύο πλευρές, που κάλυπτε τους ώμους και το πάνω μέρος των χεριών. Αργότερα κάλυπτε και τα χέρια μέχρι τους αγκώνες. Για τον λόγο αυτό ονομάστηκε χιτών χειριδωτός. Διέφερε από τον ετερομάσχαλο χιτώνα που κάλυπτε μόνο το αριστερό χέρι, αφήνοντας ελεύθερο για την εργασία το άλλο.
* * *
ἀμφιμάσχαλος, -ον (Α)
λέγεται για τον χιτώνα ο οποίος έχει δύο χειρίδες και ο οποίος αντιδιαστέλλεται προς την εξωμίδα ή τον ετερομάσχαλον χιτώνα, που ταίριαζαν στις λαϊκές τάξεις.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμφι-* + μασχάλη.
ΠΑΡ. νεοελλ. αμφιμασχάλια].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ἀμφιμάσχαλος — with two arm holes masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀμφιμάσχαλον — ἀμφιμάσχαλος with two arm holes masc/fem acc sg ἀμφιμάσχαλος with two arm holes neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀμφιμασχάλου — ἀμφιμάσχαλος with two arm holes masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀμφιμάσχαλοι — ἀμφιμάσχαλος with two arm holes masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αμφ(ι)- — Γλωσσ. α συνθετικό λέξεων τής αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής καθώς και επιστημονικών όρων, με μεγάλη παραγωγικότητα. Προέρχεται από την αρχαία λέξη ἀμφί, που λειτουργεί ως πρόθεση και επίρρημα. Κατά τη σύνθεση, το τελικό φωνήεν ι άλλοτε… …   Dictionary of Greek

  • αμφιμασχάλια — τα τα κορδόνια που κρεμιούνται από τους ώμους και κάτω από τη μασχάλη στις στολές στρατιωτικών ως διακριτικά ειδικής υπηρεσίας. [ΕΤΥΜΟΛ. < αμφιμάσχαλος. Η λ. χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στον Στρατιωτικό Κανονισμό τής Πανεπιστημιακής… …   Dictionary of Greek

  • μασχάλη — και μασκάλη και αμασκάλη, η (ΑM μασχάλη) 1. ανατ. κοιλότητα που σχηματίζεται στη ρίζα τού άνω άκρου ανάμεσα στον βραχίονα και στο θωρακικό τοίχωμα 2. (για ζώα) η κοιλότητα που σχηματίζεται μεταξύ τής ρίζας τών μπροστινών ποδιών και τού κορμού 3.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”